Νίκος Παπαθανάσης: Πρόταση συμμετοχής της Ελλάδας στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της EBRD

You are currently viewing Νίκος Παπαθανάσης: Πρόταση συμμετοχής της Ελλάδας στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της EBRD

Στα 7,0 δισ. ευρώ το επενδυτικό πρόγραμμα της EΒRD στην Ελλάδα – σημαντική η συνεισφορά της στις υποδομές

Τη συμμετοχή της Ελλάδας στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της EBRD (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανάπτυξης και Επενδύσεων) εισηγήθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο που συνεδρίασε για το πρόγραμμα δανεισμού και διαχείρισης του δημοσίου χρέους ο Νίκος Παπαθανάσης, Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Όπως τόνισε, η Τράπεζα δραστηριοποιείται στην Ελλάδα στον τομέα των υποδομών και μέχρι τον Μάϊο 2023, το συνολικό επενδυτικό της πρόγραμμα ανέρχεται στο ποσό των 7,0 δισ. ευρώ περίπου, εκ των οποίων έχουν ήδη εκταμιευτεί 5,2 δισ.

Τα αποτελέσματα αυτά, χωρίς αμφιβολία, καταδεικνύουν την EBRD ως ισχυρό εταίρο για την κινητοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων, τόσο εγχώριων όσο και ξένων, και ως ισχυρό καταλύτη για τη ουσιαστική ανάκαμψη και προώθηση των επενδύσεων στη χώρα μας.

EBRD: με στόχο τις «πράσινες» οικονομίες

Η EBRD είναι πολυμερής τράπεζα που προωθεί την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα και την επιχειρηματική πρωτοβουλία σε 36 οικονομίες σε τρεις ηπείρους. Η Τράπεζα ανήκει σε 73 χώρες, περιλαμβανομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Οι επενδύσεις στις χώρες στις οποίες δραστηριοποιείται στοχεύουν στην ανάδειξη ανταγωνιστικών, ανθεκτικών (resilient), «πράσινων» οικονομιών με αποτελεσματική διαχείριση.

Παρά την αρνητική συγκυρία, η Τράπεζα εξακολουθεί να βαθμολογείται με «triple A», με σταθερή προοπτική και ως τέτοια επιβεβαιώθηκε και από τους τρεις μεγάλους οίκους αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας το 2022.

Οι ετήσιες επενδύσεις της τον ίδιο χρόνο (2022) ανήλθαν σε ύψος ρεκόρ (€13,1 δισ.) και περιλαμβάνουν 431 επενδυτικά έργα και δραστηριότητες και 81 συμφωνίες χρηματοδότησης εμπορίου στο πλαίσιο του προγράμματος διευκόλυνσης του εμπορίου.

Οι στόχοι διαχείρισης του δημοσίου χρέους

Στο ίδιο εξάλλου υπουργικό Συμβούλιο, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ. Κωνσταντίνος Χατζηδάκης, παρουσίασε το πρόγραμμα δανεισμού και διαχείρισης του δημοσίου χρέους.

Οι στόχοι του, σύμφωνα με τον κ. Χατζηδάκη, είναι:

  • Η διατήρηση του επιτοκιακού κινδύνου, στα τρέχοντα χαμηλά επίπεδα,
  • η διατήρηση του συναλλαγματικού κινδύνου στα τρέχοντα μηδενικά επίπεδα,
  • η διατήρηση του κινδύνου πληθωρισμού στα τρέχοντα χαμηλά επίπεδα,
  • η περαιτέρω μείωση του κινδύνου αυξημένων μελλοντικών δαπανών τόκων,
  • η είσπραξη θετικής παρούσας αξίας μέσω αναδόμησης υφιστάμενων ή σύναψης νέων διαχειριστικών πράξεων που συνδυαστικά με τις υφιστάμενες θα διασφαλίζουν σταθερή μελλοντική μείωση τόκων για διάστημα π.χ. 5 ή 10 ετών, υπό την προϋπόθεση ότι οι προαναφερόμενοι διαχειριστικοί στόχοι ικανοποιούνται.
  • η σύναψη διαχειριστικών πράξεων μελλοντικής έναρξης με στόχο την περαιτέρω επιμήκυνση της περιόδου σταθερότητας δαπανών τόκων και εν γένει της εξυπηρέτησης του χρέους,

Στο πλαίσιο αυτό, η εκδοτική πολιτική, σύμφωνα με τον κ. Χατζιδάκη, για το έτος 2025 θα εστιάζει:

  • Στην κάλυψη των μικτών χρηματοδοτικών αναγκών του Ελληνικού Δημοσίου.
  • Στην περαιτέρω επέκταση της επενδυτικής βάσης των ελληνικών ομολόγων, ειδικά μετά και εξαιτίας της απόκτησης της επενδυτικής βαθμίδας.
  • Στη διασφάλιση της συνεχούς εκδοτικής παρουσίας του Δημοσίου στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων για τη διατήρηση μιας αξιόπιστης καμπύλης αποδόσεων, ώστε να αποτελεί σημείο αναφοράς για όλη την ελληνική οικονομία, καθώς και για την εύρεση της «δίκαιης-εύλογης αξίας» του συνόλου των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων,
  • Στην περαιτέρω μείωση των περιθωρίων τόσο του κινδύνου ρευστότητας, όσο και του πιστωτικού κινδύνου, από τα οποία θα προκύψει περαιτέρω μείωση του κόστους δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου.
  • Στη βελτίωση της ρευστότητας και του όγκου συναλλαγών στη δευτερογενή αγορά Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου.
  • Στη διατήρηση της συνολικής εγχώριας ρευστότητας χρήματος, που βαίνει μειούμενη λόγω και των ετήσιων δαπανών εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους (τόκοι και χρεολύσια) κυρίως προς αλλοδαπούς επενδυτές και δανειστές, του Ιδιωτικού και του Επίσημου Τομέα.
  • Στη μείωση του κινδύνου αναχρηματοδότησης, με παράλληλη δημιουργία χώρου για εκδοτική δραστηριότητα, μέσω της αντικατάστασης βραχυχρόνιου χρέους με μεσομακροχρόνιο.
  • Στη σταδιακή μείωση αλλά ταυτόχρονα διατήρηση του ύψους των ταμειακών διαθεσίμων του Δημοσίου σε ικανοποιητικά επίπεδα,
  • Τέλος, στην παροχή επιπλέον «ασφάλειας» προς τους οίκους αξιολόγησης για πιθανή περαιτέρω αναβάθμιση του αξιόχρεου του Ελληνικού Δημοσίου.