ΣΤΕΑΤ: Γιατί πρέπει η Ελλάδα να ζητήσει παράταση του χρόνου εφαρμογής του Ταμείου Ανάκαμψης

You are currently viewing ΣΤΕΑΤ: Γιατί πρέπει η Ελλάδα να ζητήσει παράταση του χρόνου εφαρμογής του Ταμείου Ανάκαμψης

Οι εκπρόσωποι του ΣΤΕΑΤ έθεσαν και το λεγόμενο Up Front Fee, που καταβάλλεται από τον ανάδοχο κατά την ανάληψη Έργου και προωθείται υποχρεωτικά για την αποπληρωμή του χρέους

Οι λόγοι για τους οποίους η Ελλάδα πρέπει να ζητήσει παράταση του χρόνου εφαρμογής του Ταμείου Ανάκαμψης και μετά το 2026, αναφέρθηκαν κατά τη διάρκεια της πρόσφατης Γενικής Συνέλευσης του ΣΤΕΑΤ (Σύνδεσμος Τεχνικών Εταιρειών Ανωτέρων Τάξεων), ο οποίος εκπροσωπεί τις μεγάλες κατασκευαστικές επιχειρήσεις.

Επιπλέον, οι εκπρόσωποι των εταιρειών του ΣΤΕΑΤ, έθεσαν και σειρά άλλων θεμάτων που επιβαρύνουν την ομαλή χρηματοδότηση των έργων όπως το λεγόμενο Up Front Fee, δηλαδή το σημαντικό ποσό που καταβάλλεται από τον ανάδοχο κατά την ανάληψη Έργου Παραχώρησης και το οποίο μέχρι σήμερα να προωθείται υποχρεωτικά για την αποπληρωμή του χρέους.

Ειδικότερα, σύμφωνα με το κείμενο συμπερασμάτων και προτάσεων που προέκυψε από την Γενική Συνέλευση του ΣΤΕΑΤ, η μετά τις πρόσφατες κρίσεις ανάγκη επιτάχυνσης της ανάπτυξης της οικονομίας, με παράλληλο ουσιαστικό σεβασμό στις μεγάλες περιβαλλοντικές απαιτήσεις, επιβάλλει την επανεξέταση και την αναδιάρθρωση πόρων, για την επίτευξη του καλύτερου αναπτυξιακού αποτελέσματος. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο ΣΤΕΑΤ “είναι απολύτως απαραίτητη η επανεξέταση των πόρων, με διάθεσή τους σε έργα με περιβαλλοντικό χαρακτήρα, ειδικότερα μάλιστα λόγω των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και με την διασφάλιση παράλληλα και ισχυρή στήριξη της αναπτυξιακής δυναμικής, με κατάλληλη ανακατανομή τους όπου είναι αυτό δυνατόν και μεγιστοποίηση του εύρους χρήσης τους, χωρίς διάθεση σε τομείς που δεν είναι σίγουρη η απορρόφησή τους.

Αναδιάρθρωση πόρων και καθυστερήσεις

Επιπλέον, πέρα από την απαιτούμενη αναδιάρθρωση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, οι καθυστερήσεις που από τις τελευταίες κρίσεις (υγειονομική και συρράξεων) δημιουργήθηκαν, απαιτούν επίσης άμεσα την διεκδίκηση παράτασης του προβλεπόμενου χρόνου απορρόφησης για την διασφάλιση της ομαλής περαίωσης έργων και της αποφυγής ουσιαστικής απώλειας πόρων λόγω μη απορρόφησης

Σε ότι αφορά το Προκαταβλητέο ποσό Έργων Παραχώρησης, σύμφωνα με τον ΣΑΤΕ ότι ρυθμίσεις που θεσπίστηκαν σε χρόνο προγενέστερο πριν από δεκατρία χρόνια με την εφαρμογή του πρώτου Μνημονίου στην χώρα μας, απηχώντας αντίληψη «επιβολής» τιμωρίας για τα προβλήματα της οικονομίας, για τα οποία είχε η χώρα ευθύνη, δεν μπορούν να συνεχίζουν να εφαρμόζονται πολύ μεταγενέστερα και μετά από υγειονομική κρίση και πολεμική σύρραξη και τις παγκοσμίου χαρακτήρα επιπτώσεις τους, για τις οποίες η χώρα δεν είχε καμία απολύτως ευθύνη.

Για τους λόγους αυτούς, μεταξύ άλλων, επιβάλλεται το μεγαλύτερο ποσοστό ή και όλο το ποσό που καταβάλλεται κατά την ανάληψη Έργου Παραχώρησης (Upfront Fee), να καταβάλλεται για την χρηματοδότηση έργων (απευθείας ή με Πληρωμές Διαθεσιμότητας), ενώ σήμερα με τις υφιστάμενες ρυθμίσεις το ποσό αυτό διατίθεται εξ’ ολοκλήρου για την αποπληρωμή του χρέους.

Γιατί είναι αρνητικό για τα έργα το Upfront Fee

Δεν είναι δυνατόν τιμωρητικές ρυθμίσεις άλλης εποχής που επιβλήθηκαν για άλλους λόγους, να συνεχίσουν να επιβάλλονται στην χώρα σε περίοδο προβλημάτων στην οικονομία της, που δημιουργήθηκαν χωρίς ευθύνη της και έτσι να στερείται σημαντικών πόρων απαραίτητων για την ανάπτυξή της μετά τις κρίσεις.

Αντίθετα, καταλήγει ο ΣΤΕΑΤ, επιτυγχάνεται πολύ πιο αποτελεσματικά η διάθεση των πόρων σε αναπτυξιακή κατεύθυνση μέσω της εκτέλεσης έργων, που δημιουργεί περαιτέρω πολλαπλάσια θετική παραγωγική επίπτωση, όφελος για την οικονομία και συνεπάγεται κανονική διαδικασία αποπληρωμής του χρέους μέσα από την αύξηση της παραγωγής και την ανάπτυξη.

Για το ζήτημα αυτό και λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος αυτών των πόρων και την αναγκαιότητα της χρήσης τους, η διεκδίκηση από την χώρα πρέπει να είναι ιδιαίτερα έντονη.Σύμφωνα με το κείμενο συμπερασμάτων και προτάσεων που προέκυψε από την Γενική Συνέλευση του ΣΤΕΑΤ, η μετά τις πρόσφατες κρίσεις ανάγκη επιτάχυνσης της ανάπτυξης της οικονομίας, με παράλληλο ουσιαστικό σεβασμό στις μεγάλες περιβαλλοντικές απαιτήσεις, επιβάλλει την επανεξέταση και την αναδιάρθρωση πόρων, για την επίτευξη του καλύτερου αναπτυξιακού αποτελέσματος. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο ΣΤΕΑΤ “είναι απολύτως απαραίτητη η επανεξέταση των πόρων, με διάθεσή τους σε έργα με περιβαλλοντικό χαρακτήρα, ειδικότερα μάλιστα λόγω των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και με την διασφάλιση παράλληλα και ισχυρή στήριξη της αναπτυξιακής δυναμικής, με κατάλληλη ανακατανομή τους όπου είναι αυτό δυνατόν και μεγιστοποίηση του εύρους χρήσης τους, χωρίς διάθεση σε τομείς που δεν είναι σίγουρη η απορρόφησή τους.